Καίρε

Καίρε
(Caere).Αρχαία πόλη της Ετρουρίας κοντά στον ποταμό Βατσίνα, στη θέση της σημερινής πόλης Τσερβετέρι. Αναφέρεται και με την ονομασία Κεραία. Αρχικά ονομαζόταν Αγύλλα και, σύμφωνα με τη μυθολογική παράδοση, η ίδρυσή της ανάγεται στους Πελασγούς. Κατά τον Ηρόδοτο, διατηρούσε στενές σχέσεις με τους Δελφούς και μετά την κατάληψή της από τους Ετρούσκους εντάχθηκε στην Ετρουσκική δωδεκάπολη και μετονομάστηκε Κ. Το 390 π.Χ., όταν οι Γαλάτες εισέβαλαν στην Ιταλία, μεταφέρθηκαν σε αυτήν τα ιερά και οι Εστιάδες της Ρώμης και υπογράφηκε συνθήκη φιλίας ανάμεσα στις δύο πόλεις. Κατά τη διάρκεια της εισβολής του Αννίβα προσέφερε αξιόλογη βοήθεια στον ρωμαϊκό στόλο. Μετά την καταστροφή της από τους Καρχηδονίους, ξαναχτίστηκε την περίοδο της βασιλείας του Αυγούστου και του Τιβέριου. Τον 5o αι. μ.Χ. έγινε έδρα επισκοπής και τον 13o αι. ορισμένοι από τους κατοίκους της ίδρυσαν στην κοιλάδα του Φόσο Σανγκουινάρια τη Νέα Κ., ακριβώς απέναντι από την παλαιά πόλη.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Καιρέ — Καιρός due measure masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καιρέ — καιρός due measure masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καῖρε — καῖρος row of thrums masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καιρετανός — ή, ό [Καίρε] αυτός που ανήκει ή προέρχεται από την αρχαία ετρουσκική πόλη Καίρε ή Καιρέας …   Dictionary of Greek

  • AGYLLA — Tusciae civitas, a conditore appellata. Servius. Vide Caere. Virg. Aen. l. 8. v. 478. Haud procul hinc saxô incolitur fundata vetustô Urbis Agyllinae sedes: ubi Lydia quondam Gens, bellô praelara iugis insedit Etruseis. Dionys. Halicarn. l. 3.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • VALE — in digressu sollenne, apud Veteres, uti ave et salve in congressu. Hinc de Athenodoro historia nota, qui cum impetratâ ab Augusto domum redeundi veniâ, discenssurus esset, Caesari dixit vale, volensque aliquod Philosophô dignum monumentum apud… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Wort — 1. A guids Woat pfint a guids Oat. (Steiermark.) – Firmenich, II, 767, 73. 2. A güt Wort bringt a güte Äntver (Antwort). (Warschau. Jüd. deutsch.) Freundliches Entgegenkommen gewinnt die Herzen. 3. Allen Worten ist nicht zu glauben. – Henisch,… …   Deutsches Sprichwörter-Lexikon

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”